Αυτές τις ημέρες το υπουργείο Περιβάλλοντοςεξετάζει την περίπτωση προώθησης νομοθεσίας για το net-metering, δηλαδή την εγκατάσταση ενός μικρού συστήματος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (π.χ ενός φ/β ή μικρής ανεμογεννήτριας) για ιδιοκατανάλωση.
Ως γνωστόν, το σχετικό άρθρο που συμπεριλήφθηκε στον πρόσφατο νόμο για τις ΑΠΕ δυστυχώς έχει σημαντικές ασάφειες και ελλείψεις που επί της ουσίας δεν επιτρέπει ακόμα την εφαρμογή της αυτοπαραγωγής. Τόσο η Greenpeace, όσο και οι σχετικοί καθ’ ύλην αρμόδιοι φορείς (δείτε τις προτάσεις του συνδέσμου ‘ΗΛΙΟΣ’ και του ΣΕΦ) κατέθεσαν τις αυτονόητες προτάσεις για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν προκειμένου η αυτοπαραγωγή να γίνει πραγματικότητα και επαναδραστηριοποιηθεί η αγορά φωτοβολταϊκών.
Ήδη το σύστημα της αυτοπαραγωγής εφαρμόζεται με επιτυχία εδώ και μερικά χρόνια σε πολλές χώρες του κόσμου, δίνοντας τη δυνατότητα στα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις να επενδύσουν και να παράγουν τη δική τους καθαρή ενέργεια εξοικονομώντας χρήματα.
Τι σχέση έχουν όλα αυτά με το χειμώνα και το κρύο που μας πλησιάζει; Μία από τις προτεινόμενες λύσεις για απαλλαγή από το ακριβό πετρέλαιο είναι οι αντλίες θερμότητας. Οι αντλίες όμως ως σύστημα κεντρικής θέρμανσης αυξάνουν κατακόρυφα την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, αφενός “ανεβάζοντας” τους καταναλωτές κατηγορία στα τιμολόγια της ΔΕΗ, αφετέρου αφήνοντάς τους εκτεθειμένους σε μελλοντικές αυξήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος, αυξήσεις που δυστυχώς μοιάζουν αναπόφευκτες εξαιτίας των στρεβλώσεων και κρυφών επιδοτήσεων στην αγορά ενέργειας. Σημειώστε επίσης, ότι η ηλεκτροπαραγωγή της χώρας προκαλεί τεράστια ρύπανση και επιβάρυνση της δημόσιας υγείας, άρα οι αντλίες θερμότητας δεν είναι τόσο φιλικές προς το περιβάλλον όσο πιστεύουν κάποιοι. Απεναντίας, μετατρέπουν την ‘πετρελαϊκή’ ρύπανση από τα αστικά κέντρα σε ‘λιγνιτική’ στα λιγνιτικά κέντρα κυρίως της ΒΔ Μακεδονίας.
Εδώ ακριβώς όμως βρίσκεται η ευκαιρία: ο συνδυασμός των αντλιών θερμότητας με την προωθούμενη αυτοπαραγωγή από μικρές ΑΠΕ μπορεί:
– Να εκμηδενίσει το κόστος θέρμανσης και να εξασφαλίσει ποιοτική θέρμανση με τη χρήση ενός υψηλού συστήματος απόδοσης.
– Να προστατεύσει τους καταναλωτές από μελλοντικές αυξήσεις του ηλεκτρικού ρεύματος
– Να προστατέψει τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον μέσω της χρήσης καθαρής και ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας που θα παράγεται στο σημείο κατανάλωσης.
Τι χρειάζεται για να γίνουν όλα αυτά; Αφενός, να αναγνωρίσει η κυβέρνηση ότι οι επενδύσεις στην εξοικονόμηση ενέργειας είναι κομβικής σημασίας, όχι μόνο για τη δημιουργία επενδύσεων, αλλά και για την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας. Και με αυτό προφανώς δεν εννοούμε τα λιγοστά (συγκριτικά) κονδύλια που δίνονται μέσα από το ανεπαρκές και προβληματικό Εξοικονομώ, πολύ λίγα δηλαδή σε σχέση με άλλες επενδύσεις που προωθούνται παράλληλα (π.χ. νέοι αυτοκινητόδρομοι, κατασκευή λιγνιτικών και πετρελαϊκών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής κα). Εννοούμε να τεθεί η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας ως στρατηγική επιλογή οικονομικής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας με μεγάλης κλίμακας επενδύσεις προς αυτήν την κατεύθυνση.
Αφετέρου, να προωθήσει -επιτέλους- ολοκληρωμένη τη νομοθεσία για την αυτοπαραγωγή, δίνοντας την δέουσα προσοχή στα λάθη και τις ελλείψεις του πρόσφατου νόμου, όπως αυτά έχουν επισημανθεί (π.χ. ετήσιος συμψηφισμός στο σύνολο των χρεώσεων, χρέωση επί της καθαρής κατανάλωσης κ.λπ).
Το ΥΠΕΚΑ οφείλει να αποδείξει στην πράξη ότι ενδιαφέρεται για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας και της ρύπανσης, την προστασία της δημόσιας υγείας και την αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας της οικονομίας.
Η συνδυασμένη χρήση αντλιών θερμότητας με φωτοβολταϊκά ανήκει στην κατηγορία των επενδύσεων που μεγιστοποιούν το οικονομικό και κοινωνικό όφελος και δημιουργούν χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Υπάρχουν χιλιάδες οικογένειες και μικρές επιχειρήσεις που θα ήθελαν να στραφούν σε αυτού του είδους τις λύσεις αλλά παραμένουν εγκλωβισμένοι στο πετρέλαιο εξαιτίας του ελλιπούς θεσμικού πλαισίου και της γραφειοκρατίας.
πηγη:econews